Δεκάδες είναι οι εικόνες αστυνομικής βίας και αυθαιρεσίας που είδαν το φως της δημοσιότητας μετά από τις πορείες που πραγματοποιήθηκαν στις 6 Δεκέμβρη.
Η αστυνομική αυθαιρεσία όμως που δείχνει ξεκάθαρα τις προθέσεις μιας φασίζουσας κυβέρνησης που έχει θέσει σαν προτεραιότητά της το δόγμα «νόμος και τάξη» με κάθε κόστος, συνεχίστηκε και πίσω από τις κάμερες, συνεχίστηκε και πίσω από τις κλειστές πόρτες των κρατητηρίων.
Στην Πάτρα το βράδυ της 6ης Δεκέμβρη η αστυνομική βία ήταν έκδηλη σε όλη τη διάρκεια της πορείας, στις προσαγωγές, αλλά και στην Αστυνομική Διεύθυνση Αχαΐας. Οι μαρτυρίες πολλές και παρά την έλλειψη εικόνων, σκιαγραφούν έντονα το καθεστώς που θέλει να επιβάλει το κράτος, όχι μόνο στα Εξάρχεια ή στην Αθήνα, αλλά και στην Πάτρα, και όπου υπάρχουν άνθρωποι που αντιστέκονται.
Η πρώτη μαρτυρία έρχεται από μια από τις προσαχθείσες η οποία καταγγέλλει αστυνομική βία, τραυματισμό αλλά και σεξιστική συμπεριφορά κατά την προσαγωγή της. Όπως μας δήλωσε στην περιοχή του Αγίου Διονυσίου και ενώ δεν γινόταν εκείνη την ώρα κάποια σύγκρουση, κυνηγήθηκε από τρεις τουλάχιστον αστυνομικούς. Πετώντας την κάτω, και ενώ την είχαν ακινητοποιήσει άρχισαν να την κλωτσάνε και να τη βρίζουν σεξιστικά λέγοντας της «σε πιάσαμε παλιοπουτάνα». Μόλις τη σηκώσανε από κάτω και της φόρεσαν χειροπέδες ένας από τους αστυνομικούς πιάνοντας την από το γιακά άρχισε να της φωνάζει: «σου αρέσει τώρα πουτάνα;».
Η προσαχθείσα, αφέθηκε ελεύθερη αργά το βράδυ κατά τις 11:00. Καθ’ όλη τη διάρκεια της κράτησής της αιμορραγούσε στο πρόσωπο. Μετά την απελευθέρωσή της, και ενώ είχε περάσει δυόμιση ώρες στο κρατητήριο, πήγε στο νοσοκομείο όπου της έκαναν ράμματα στο πρόσωπο, διέκριναν τραύματα σε πλάτη, ώμο και πόδια και εκκρεμεί ιατροδικαστική γνωμάτευση.
Στο ίδιο σημείο έγιναν και άλλες προσαγωγές με τον ίδιο βίαιο τρόπο. Χαρακτηριστική είναι η μαρτυρία μιας διαδηλώτριας που μας περιγράφει τον τρόπο που την προσήγαγαν:
«Με πέταξαν κάτω, χτυπώντας με με τις ασπίδες. Ήταν τουλάχιστον δύο άτομα. Όταν βρισκόμουν πεσμένη δίπλα σε άλλους διαδηλωτές άρχισαν να μας κλοτσάνε και να μας χτυπούν με τα γκλοπ στο κεφάλι, στα πόδια και στα χέρια. Όταν σταμάτησαν, μας είπαν να κάτσουμε κάτω παρατεταγμένα. Μας απαγόρευσαν να μιλάμε μεταξύ μας και όταν τους είπα ότι θέλω να βρω τα γυαλιά μου επειδή δε βλέπω, άρχισαν να κάνουν επανειλημμένα χλευαστικά σχόλια του τύπου “να τα τα γυαλιά σου” καθώς περνούσαν οχήματα πατώντας σπασμένα τζάμια. Όλη αυτή την ώρα δεχόμασταν διάφορα σεξιστικά σχόλια όπως “Παλιοπουτάνα. Που είναι μωρή καριόλα οι σύντροφοι σου τώρα”.
Έξω από την Αστυνομική Διεύθυνση, την ώρα που βγήκαμε από το περιπολικό, είδαμε πως είχαν βάλει τα σακίδια μας στο πορτμπαγκάζ και μαζί με αυτά υπήρχε και ένας κώνος πορτοκαλί γεμάτος πέτρες. Δείχνοντας τις πέτρες, ο ένας αστυνομικός απευθυνόμενος στον άλλο που πήγε να μας παραλάβει είπε:”Αυτά εδώ είναι μαζί με τα κορίτσια”, σε μια προσπάθεια ενδεχομένως να μας τα “φορτώσουν”. Του είπα ότι εμείς δεν έχουμε καμία σχέση με αυτά και πως το μόνο που είχαμε πάνω μας ήταν τα σακίδια, τα οποία και τους προέτρεψα να τα ψάξουν. Επίσης, κατά τη διάρκεια της παραμονής μας στην Αστυνομική Διεύθυνση και ενώ ήταν ορατό ότι αιμορραγούσα στο κεφάλι δεν μας μετέφεραν στο νοσοκομείο. Όταν εν τέλει μας άφησαν να φύγουμε, μεταφερθήκαμε με δικούς μας στο νοσοκομείο και ενώ παρευρισκόμασταν στο διάδρομο αναμονής, ένας τύπος με πολιτικά επιχείρησε να μας φωτογραφήσει. Στη συνέχεια μίλησε με έναν από την ομάδα ΔΙΑΣ που βρισκόταν εκεί».
Και στη συγκεκριμένη διαδηλώτρια καταγράφηκαν από το νοσοκομείο τραυματισμοί σε κεφάλι, σώμα, πόδια και χέρια, ενώ εκκρεμεί ιατροδικαστική γνωμάτευση.
Είναι σημαντικό να τονίσουμε πως οι παραπάνω δύο μαρτυρίες προέρχονται από δύο άτομα που τελικά αφέθηκαν ελεύθερα επιβεβαιώνοντας την πάγια τακτική της αστυνομίας που έχουμε δει τα τελευταία χρόνια για «τυχαίες συλλήψεις στο σωρό».
Στην πορεία της Πάτρας -στην οποία πραγματοποιήθηκαν συνολικά 19 προσαγωγές- υπήρξαν ανάμεσα στους διαδηλωτές και πολλοί τραυματισμένοι κυρίως από ευθύβολες ρίψεις δακρυγόνων. Φτάνοντας έξω από τα γραφεία της αστυνομικής διεύθυνσης Αχαΐας περίπου στις 21:30, και αφού η εικόνα που είχαμε ήταν πως υπήρχαν τραυματίες και ανάμεσα στους προσαχθέντες, ζητάμε ενημέρωση για τον συνολικό αριθμό τους, για το αν υπάρχουν τραυματίες ανάμεσά τους αλλά και για το αν υπάρχουν ανήλικοι. Η επίσημη ενημέρωση που είχαμε από τον επικεφαλής που ήταν εκείνη την ώρα στην είσοδο του κτιρίου ήταν πως δεν υπήρχε κανένας τραυματίας.
Οι πληροφορίες όμως, πως υπάρχει προσαχθέντας που αιμορραγεί στο κεφάλι και πρέπει να πάει οπωσδήποτε στο νοσοκομείο, μας έκαναν να επικοινωνήσουμε τηλεφωνικά με τον υπεύθυνο του γραφείου τύπου της Αστυνομικής διεύθυνσης, ζητώντας να έχουμε επίσημη ενημέρωση για την κατάσταση των προσαχθέντων. Στην απάντησή του, πως δεν είχε ενημέρωση, του τονίσαμε πως οι πληροφορίες μας, λένε πως υπάρχει τραυματίας στο κεφάλι που αιμορραγεί, αναφέροντας συγκεκριμένα το όνομά του.
Μετά από αρκετή ώρα, μαθαίνουμε -όχι από επίσημη πληροφόρηση- πως ο προσαχθέντας μεταφέρεται στο νοσοκομείο. Αυτό συνέβη περίπου στις 11:00 το βράδυ. Δυόμιση περίπου ώρες μετά την προσαγωγή του, και ενώ όλο αυτό το διάστημα αιμορραγούσε.
Σύμφωνα με μαρτυρίες, στο νοσοκομείο ο τραυματίας εξετάστηκε από τους γιατρούς παρουσία των αστυνομικών με πολιτικά που τον μετέφεραν. Στο αίτημα της συνοδού του για ιατροδικαστική γνωμάτευση, ενώ οι αστυνομικοί στην αρχή απάντησαν θετικά, κάποια στιγμή, φόρεσαν στον τραυματία χειροπέδες και τον έβγαλαν έξω από το νοσοκομείο για να μεταφερθεί και πάλι στην Αστυνομική Διεύθυνση, κρατώντας παράλληλα και όλες τις εξετάσεις του, χωρίς να αφήσουν τη συνοδό του να τις δει.
Η συνοδός, όλη αυτή την ώρα ζητούσε επίμονα τα στοιχεία των αστυνομικών. Τα ονόματα δεν δόθηκαν ποτέ, ούτε στο νοσοκομείο, ούτε έξω από την αστυνομική διεύθυνση όταν επανέλαβε το αίτημά της, παρουσία μας.
Κατά τη διάρκεια που ο τραυματίας βρισκόταν στο νοσοκομείο, στην Αστυνομική Διεύθυνση αφήνονταν σταδιακά ελεύθεροι κάποιοι από τους προσαχθέντες. Τουλάχιστον δύο από αυτούς βγήκαν τραυματισμένοι παρ’ όλες τις αρχικές διαβεβαιώσεις πως δεν υπάρχει κανένας τραυματίας.
Τελευταίες βγήκαν από το κτίριο δύο ανήλικες, 13 και 14 ετών. Ενώ είχε δοθεί η εντύπωση πως και αυτές αφέθηκαν ελεύθερες, ξαφνικά συνειδητοποιούμε πως ένας αστυνομικός με πολιτικά προσπαθεί να δώσει στους γονείς της 13χρονης κάποια χαρτιά την ώρα που έφευγαν. Τότε μετά από παρέμβαση δικηγόρων και μετά από την πίεση και τις ερωτήσεις τους, μαθαίνουμε πως έβαλαν τις ανήλικες να υπογράψουν κατάθεση σε κατηγορητήριο που τους είχε απαγγελθεί δίχως παρουσία νομίμου εκπροσώπου τους. Όλα αυτά ενώ οι γονείς τους αλλά και δικηγόροι βρίσκονταν έξω από το κτίριο και επέμεναν να είναι παρόντες στις διαδικασίες.
Σημαντικό είναι να τονίσουμε πως στους δύο δικηγόρους που βρέθηκαν από πολύ νωρίς έξω από την Αστυνομική Διεύθυνση, δεν τους επιτράπηκε η επικοινωνία με τους προσαχθέντες παρά μόνο την επόμενη μέρα, λίγο πριν την κατάθεσή τους. Η αιτιολογία ήταν πως οι προσαχθέντες δεν ήταν ύποπτοι για κάτι, και πως γινόταν μόνο εξακρίβωση στοιχείων. Εξακρίβωση στοιχείων σε τραυματισμένους ανθρώπους που προσήχθησαν με ξύλο και βία.
Ένα ακόμα περιστατικό που καταδεικνύει τον τρόπο με τον οποίο λειτούργησαν οι αστυνομικοί είναι η περίπτωση ενός ακόμα συλληφθέντα που από την προσαγωγή του ακόμα, συγγενείς και φίλοι του, ενημέρωναν τους αστυνομικούς για συγκεκριμένο ιατρικό πρόβλημα που είχε ζητώντας να μεταφερθεί σε νοσοκομείο ώστε να έχει άμεση πρόσβαση στα φάρμακα που χρειαζόταν αλλά και να τον παρακολουθεί γιατρός. Τελικά, μετά από πολλές ώρες -και πολλές ειρωνικές απαντήσεις- οι αστυνομικοί τους ενημέρωσαν πως του έδωσαν πρόσβαση σε φάρμακα που έχει στην τσάντα του. Αξιοσημείωτη είναι μάλιστα και η φράση που ακούστηκε από ένστολο, για το πως είναι δυνατόν κάποιος με ιατρικό πρόβλημα να συμμετέχει σε πορείες.
Χαρακτηριστική είναι και περίπτωση των γονιών ενός 18χρονου, που παρακαλούσαν να μάθουν αν ο γιος τους βρίσκεται στο κρατητήριο ή αλλιώς να τον ψάξουν σε νοσοκομείο καθώς δεν είχαν καθόλου νέα του. Η απάντηση από τους αστυνομικούς ήρθε τέσσερις ώρες μετά και ενώ όλη αυτή την ώρα οι γονείς του έπαιρναν παράλληλα τηλέφωνο στα νοσοκομεία ψάχνοντας να βρουν πού είναι.
Το δόγμα «νόμος και τάξη» που σαν στόχο έχει τους μετανάστες, τις καταλήψεις, τους αναρχικούς, τους ανθρώπους που αντιστέκονται -ό,τι «χαλάει» την κανονικότητα που ευαγγελίζεται το κράτος- δεν σταματάει μόνο σε ό,τι κατέγραψαν οι κάμερες. Συνεχίζεται και στις «τυφλές» βίαιες προσαγωγές, συνεχίζεται πίσω από τις πόρτες των κρατητηρίων καταπατώντας τα δικαιώματα των προσαχθέντων σε ιατρική περίθαλψη, συνεχίζεται με την προσπάθεια «φορτώματος» ενοχοποιητικών στοιχείων, συνεχίζεται βάζοντας ανήλικους να υπογράψουν καταθέσεις χωρίς την παρουσία γονέων ή συνηγόρου υπεράσπισης, συνεχίζεται «κρύβοντας» ανθρώπους στα κρατητήρια χωρίς να ενημερώνουν τους συγγενείς τους.
Όλα αυτά τα περιστατικά αλλά και πολλά περισσότερα που διαδραματίστηκαν στην Πάτρα στις 6 Δεκέμβρη και θυμίζουν παρακράτος, δεν είναι μεμονωμένα και δεν αφορούν κάποιους «κακούς» αστυνομικούς. Η «λύσσα» με την οποία αντιμετωπίστηκαν και κυνηγήθηκαν οι διαδηλωτές, τα όπλα που έφεραν πάνω τους κάποιοι από τους άντρες των ματ για να «αντιμετωπίσουν» τη συγκέντρωση αλληλεγγύης στους συλληφθέντες έξω από την Αστυνομική Διεύθυνση Αχαΐας, οι διαταγές που ακούγονταν «πάρτε τα χημικά και γαμήστε τους», οι ασπίδες που χτυπούσαν με τα γκλομπ θυμίζοντας «μέρες Νίκου Τεμπονέρα», είναι η «ασφάλεια» που έταξε το κράτος στην κοινωνία.
Όσο υπάρχουν άνθρωποι που ονειρεύονται ελεύθερα, όσο υπάρχουν άνθρωποι που παλεύουν για ελευθερία και για ελεύθερες κοινωνίες, τόσο το κράτος θα παλεύει για να υπερασπιστεί το ρόλο του, το ρόλο της εξουσίας που επιβάλει «κανονικότητες» καταπατώντας κάθε έννοια κοινωνικής δικαιοσύνης.
Αν ψάχνετε για «τρομοκράτες» της κοινωνίας, δεν θα τους βρείτε ανάμεσα στους ανθρώπους που αντιστέκονται αλλά σε αυτούς πίσω από τις μάσκες, τις ασπίδες και τα χημικά. Θα τους βρείτε στους «χωρίς όνομα και στολή» ασφαλίτες που κατέκλυσαν τους δρόμους και τα στενά της Πάτρας πριν, αλλά και μετά την πορεία. Και αν σταματήσουν να υπάρχουν άνθρωποι που αντιστέκονται, θα τους βρείτε και έξω από τις πόρτες σας, στις αυλές των σπιτιών σας να επιβεβαιώνουν το ρόλο του κράτους – εξουσία με «κάθε κόστος».
γράφει ο Βασίλης Πέττας – πηγή: Τεταρτο